Μαρίκα Σταματίου

Προέρχονταν από πολύτεκνη οικογένεια του Κωνσταντίνου Ζήφια, με καθαρές Ροδίτικες ρίζες, που ζούσε στο γνωστό Μαράσι των Αγίων Αναργύρων.
Η μητέρα της, η Αναστασία Μπάστα καταγόταν από την Πάτμο (ήταν το τρίτο παιδί από τα έξι). Είχε γεννηθεί στην Ρόδο,τον Φεβρουάριο του έτους 1894. Είχε έφεση στο πλέξιμο παραδοσιακών ψάθινων καρεκλών και στις κατασκευές πινάκων που για την εποχή εκείνη ήταν πρωτότυπες και πρωτοποριακές, δείγμα του αυξημένου επαγγελματικού της πνεύματος, που της προσέδιδε ιδιαίτερο κύρος, για την μετέπειτα αντιμετωπίσει των δυσκολιών της ζωής. Μεγάλωσε με ηθικές αρχές και η ομορφιά της ήταν απαράμιλλη. Παρά την νεαρή της ηλικία, γρήγορα εντάχθηκε στην κοινωνία από πολύ νωρίς είχε ασχοληθεί με τον εγχώριο τουρισμό.
Ο Χριστόφορος Σταματίου, ο οποίος είχε γεννηθεί το 1880 στην Αίγυπτο, ήταν φιλομαθέστατος, γνώριζε 5 γλώσσες και κατείχε ισάριθμα πτυχία, Εργάσθηκε σε διάφορες διοικητικές υπηρεσίες.
Σε ηλικία 30 ετών, καθώς περνούσε από την αυλή του σπιτιού της Μαρίκας, ο Χριστόφορος Σταματίου την ερωτεύθηκε παράφορα, και την νυμφεύτηκε στις 13 Ιανουαρίου του 1910 ημέρα Πέμπτη, στην εκκλησία των Αγίων Αναργύρων.
Απέκτησαν 2 παιδιά, την Μαίρη το 1919 και τον Μανώλη το 1921 και κατοικούσαν στο Νιοχώρι. O πατέρας τους, το στήριγμα της οικογένειας, ύστερα από 22 χρόνια έγγαμου βίου, πέθανε στις 29 Οκτωβρίου 1932 σε ηλικία 52 ετών, από εγκεφαλική αιμορραγία και άφησε πίσω του δύο ανήλικα παιδιά, 11 και 9 χρονών αντίστοιχα. Ετσι αναγκάσθηκε η Μαρίκα σε ηλικία 38 ετών, να αναλάβει το βάρος της ευθύνης που αφορούσε την αξιοπρεπή διαβίωση των παιδιών της.
Ασχολήθηκε με τις τουριστικές επιχειρήσεις, εγχείρημα δύσκολο και πρωτότυπο για μια γυναίκα της εποχής εκείνης, ήταν μεταξύ των πρώτων που δημιούργησε, πραγματικά τις βάσεις, για την μετέπειτα εξέλιξη του τουρισμού μας. Τότε ήκμαζε ο εσωτερικός τουρισμός.
Υστερα από μακροχρόνια επαγγελματική δραστηριότητα κατά την δεκαετία μεταξύ του 1940 και 1950 η Μαρίκα μίσθωσε ένα μικρό επιπλωμένο ξενοδοχείο, το «Φλοίσβος» στην περιοχή «100 χουρμαδιές» ,πλησίον της τότε Αγροτικής Τράπεζας, το οποίο και εκμεταλλεύτηκε. Όταν τα παιδιά της μεγάλωσαν και εντάχθηκαν στην κοινωνία, όλοι μαζί, μητέρα και παιδιά, «ρίχτηκαν» στις τουριστικές δραστηριότητές.
Ενοικίασαν αργότερα ένα ιταλικό σπίτι, με πολλά δωμάτια το οποίο ανήκε στους καθολικούς παπάδες και το μετέτρεψαν σε επιπλωμένα διαμερίσματα το είχαν «βαπτίσει» Σεβαλιέ ήταν το μικρό Σεβαλιέ το οποίο και αγόρασαν. Στη συνέχεια στις 21 Ιουνίου του 1958 αγοράζουν το εβραϊκό σπίτι επί της οδού Γρηγορίου Λαμπράκη 12-14, έναντι διακοσίων εξήντα επτά χιλιάδων δραχμών (267.000), και μετατρέπουν το ισόγειο σε ενοικιαζόμενα δωμάτια που την περίοδο εκείνη άνθιζε ο τοπικός τουρισμός. Το 1970 αγοράζουν τα διπλανά οικόπεδα των καθολικών παπάδων, περίπου 1.800 τ.μ. γύρω από το μικρό Σεβαλιέ,και το 1969 κατεδαφίζεται και ανεγέρθηκε ένα πολυτελέστατο ξενοδοχείο, μοναδικό στην Ρόδο.
Στις 21 Ιουλίου 1981 αγοράσθηκε ένα μεγάλο διαμέρισμα στην Αθήνα, 175τ.μ. στην περιοχή Κολωνακίου, έναντι τριών εκατομμυρίων διακοσίων χιλιάδων δραχμών (3.200.000), το οποίο, είχε χρησιμοποιηθεί ως πρακτορείο γενικού τουρισμού εσωτερικού-εξωτερικού.
Η οικονομική δραστηριότητα δεν σταματάει εδώ, αργότερα, αγοράσθηκε δίπλα από το Σεβαλιέ , το ξενοδοχείο Μόντε Κάρλο, στην συμβολή των οδών Παπανικολάου και Γρίβα, το οποίο δεν λειτουργούσε , ήταν κλειστό και επαναθεμελιώθηκενστις 15 Απριλίου του 1978 , αυτό ενοποιήθηκε με το υπάρχον διπλανό ξενοδοχείο Chevalier .
Το επόμενο έτος, το 1982 αξιοποίησαν την πρώτη τους κατοικία, στην περιοχή Αμαράντου (Νιοχωρίου) κατά την οποία πέρασαν τα παιδικά τους χρόνια και ανέγειραν πολυώροφο κτίριο, το οποίο βάπτισαν «Βίλα Μόνα» και το χρησιμοποίησαν για τις ανάγκες του ξενοδοχείου Chevalier, όπως φιλοξενία προσωπικού και ξένων μουσικών συγκροτημάτων. Πρόσφατα ανακαινίσθηκε και χρησιμοποιείται ήδη ως ενοικιαζόμενα διαμερίσματα, για να ενισχυθούν τα φοιτητικά νιάτα.
Στις 8 Ιουλίου του 1983, ημέρα Παρασκευή, τις απογευματινές ώρες, και σε ηλικία 89 ετών, στο δωμάτιο 121 του ξενοδοχείου, δυστυχώς φεύγει, από την επίγεια ζωή, η μητέρα τους η κ. Μαρίκα Σταματίου – Ζήφια. Ήταν η αποφράς ημέρα κατά την οποία χάθηκε «η γη» κάτω από τα πόδια των παιδιών τους και παρέλαβαν την σκυτάλη τα παιδιά τους, και , παρόλη την οικτρή απώλεια, συνέχισαν τις δημιουργικές επαγγελματικές δραστηριότητες.
Το έργο που άφησε στην επίγεια ζωή της η μητέρα τους ήταν τεράστιο, διότι έβαλε τα θεμέλια για την δημιουργία της τεράστιας περιουσίας, η οποία περιουσία ενδυναμώθηκε ακόμα περισσότερο με τις άοκνες προσπάθειες των παιδιών της Μανώλης και Μαίρης.